Και το έργο συνεχίζεται...

Είμαστε στα μέσα του 2012 και όμως οι απευθείας αναθέσεις έργων από τον δήμο δεν σταματούν.

Μέχρι που θα πάει αυτή η βαλίτσα;;;

Σίγουρα πολλοί από εμάς έχουν ξεχάσει από πότε άρχισαν να ασχολούνται όλοι με τον αν το θέμα του χυτά είναι μούφα ή όχι ή με το αν έφαγαν λεφτά από την ΑΝΕΚ ή όχι...

Μπορείτε να βρείτε τις διαφορές ;;;

Μπορείτε να εντοπίσετε τις διαφορές ανάμεσα στις 2 φωτογραφίες; Το σημείο βρίσκετε πάνω στον δρόμο προς Πλατύ Γιαλό.

Κραχ στα φωτοβολταϊκά!

Διαβάστε πρώτα το άρθρο που ακολουθεί, για όσους έκαναν το "λάθος" να βάλουν φωτοβολταϊκά:

Μάνος Χατζιδάκις: Ο νεοναζισμός δεν είναι οι άλλοι

Ο νεοναζισμός, ο φασισμός, ο ρατσισμός και κάθε αντικοινωνικό και αντιανθρώπινο φαινόμενο συμπεριφοράς δεν προέρχεται από ιδεολογία, δεν περιέχει ιδεολογία, δεν συνθέτει ιδεολογία...

"ΧΡΕΟΚΡΑΤΙΑ": Ένα εξαιρετικό ντοκυμαντέρ

Για πρώτη φορά στην Ελλάδα, ένα ντοκιμαντέρ με παραγωγό το θεατή. Το DEBTOCRACY αναζητά τα αίτια της κρίσης χρέους και προτείνει λύσεις που αποκρύπτονται από την κυβέρνηση και τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης.

11.9.12

«Η μεγάλη ληστεία» του Πολιτικού Κατεστημένου της Ελλάδας

Το άρθρο, που τα “Χώνει” για τα καλά με αδιάψευστα στοιχεία και προς τα δύο μεγάλα κόμματα και στην ακατάσχετη ψηφοθηρία τους που μας οδήγησε στον Καιάδα, δημοσιεύθηκε στο τεύχος Νοεμβρίου 2011 της Athens Review of Books.  Γράφει ο  βετεράνος δημοσιογράφος Αθανάσιος Χ. Παπανδρόπουλος:  Είναι μία βροχερή Τετάρτη του Φεβρουαρίου 1981. Το βράδυ, σε μια ψαροταβέρνα του Χαλανδρίου, στο δρόμο προς Χολαργό, κοντά στο σπίτι του Χαρίλαου Φλωράκη, Γενικού Γραμματέα τότε του ΚΚΕ, συνευρίσκονται οι Ανδρέας Παπανδρέου, αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, Άκης Τσοχατζόπουλος, Γεράσιμος Αρσένης, Κωστής Βαΐτσος, Βάσω Παπανδρέου, Μένιος Κουτσόγιωργας και ο μετέπειτα δήμαρχος Χαλανδρίου Νίκος Πέρκιζας.

Ένα σημαντικό την εποχή εκείνη στέλεχος του Κινήματος χαρακτήριζε τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ «κινούμενο ηλεκτρονικό υπολογιστή». Μελετούσε κάθε κίνησή του και, κυρίως, στην Αμερική είχε διδαχθεί από ειδικούς επικοινωνιολόγους να καταλαβαίνει την ψυχολογία του όχλου, να συνθηματολογεί και να μπορεί να διαισθάνεται τι θέλει να ακούσει ο ακροατής. «Ύστερα», γράφει ο Στάμος Ζούλας, «ο Ανδρέας είχε διαπιστώσει ότι στην Ελλάδα η πιθανότητα να αποκτήσει κάποιος δημοσιότητα είναι η εκπροσώπηση απόψεων με τρόπο που να διεγείρει, που να συγκινεί, και ιδιαίτερα σε θέματα που το συναισθηματικό στοιχείο είναι πολύ έντονο». Ακόμη και όσα οι πολιτικοί του αντίπαλοι θεωρούσαν ως ανερμάτιστη πολιτική και οβιδιακές μεταμορφώσεις, στην ουσία δεν ήταν παρά ένας συνειδητός και προσχεδιασμένος τακτικισμός που είχε ως πρωταρχικό -αν όχι αποκλειστικό- στόχο την κατάληψη της εξουσίας»[1]. Και η τελευταία όντως κατελήφθη τον Οκτώβριο του 1981 και έμελλε να κρατήσει, την πρώτη περίοδο, το ΠΑΣΟΚ και τον αρχηγό του στο τιμόνι της χώρας έως τον Ιούλιο του 1989.
2. Η δημιουργία των μηχανισμών.
Εννέα χρόνια παραμονής στην εξουσία ήσαν αρκετά για το ΠΑΣΟΚ και τον ιδρυτή του να δημιουργήσουν αρθρώσεις και καταστάσεις που δύσκολα θα μπορούσαν να αρθούν από φιλελεύθερες πολιτικές δυνάμεις. Ακόμα χειρότερα, την πασοκική περίοδο εμπεδώθηκε στην Ελλάδα και μία αντιδραστική τριτοκοσμική ιδεολογία η οποία σήμερα μόνον δεινά επιφυλάσσει στη χώρα. Εξάλλου, η ιδεολογία αυτή, σύμφωνα με τα γνωστά από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα πρότυπα, χρησίμευε ως άλλοθι στους μηχανισμούς που έπαιρναν σάρκα και οστά στην Ελλάδα σε αντικατάσταση του αποκαλούμενου «κράτους της δεξιάς». Μετά λοιπόν την επιχείρηση του Φεβρουαρίου 1982, όταν μία Κυριακή οι πρασινοφρουροί έκαναν δοκιμή πραξικοπήματος, σταδιακά εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα μηχανισμοί του πασοκικού κράτους που δημιουργούσαν και νέες κοινωνικο-οικονομικές αρθρώσεις. Κοντολογίς, ο Ανδρέας Παπανδρέου επεδίωξε -και σε μεγάλο βαθμό κατάφερε- να δημιουργήσει μία φιλική προς το ΠΑΣΟΚ μεσαία τάξη, εσωστρεφή και εχθρική προς κάθε φιλελεύθερη και ευρωπαϊκή ιδέα. Επρόκειτο για μία τάξη που διψούσε για χρήμα, αλλά ήθελε να το αποκτήσει χωρίς κόπο και, κυρίως, όχι μέσα από μηχανισμούς της αγοράς και του οικονομικού ανταγωνισμού που συνεπάγεται η ελεύθερη οικονομία.
Έτσι, την περίοδο 1981-1985, εισρέουν στην Ελλάδα απίστευτα ποσά ,δανεισμένα από ξένες τράπεζες, κυρίως ιαπωνικές, και δαπανώνται ασυστόλως στο όνομα της «καμένης γης», για να εκκολαφθεί η πασοκική εξουσία, η οποία ήταν και σαφέστατου τριτοκοσμικού χαρακτήρα. Την προαναφερόμενη περίοδο, η Ελλάδα δανείστηκε από το εξωτερικό περί τα 50 δισ. δολάρια, παράλληλα δε εισέπραξε και άλλα 26 δισ. δολάρια από κοινοτικές επιδοτήσεις. Μέσα σε μία τετραετία, δηλαδή, η χώρα είχε δεχθεί το ισόποσο ενός έτους Ακαθάριστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ). Όσο για το δημόσιο χρέος της, από 28% του ΑΕΠ το1980, είχε εκτιναχθεί στο 47,8% στα τέλη του 1985[2]. Είχε, δηλαδή, σχεδόν διπλασιασθεί χωρίς να γίνει στη χώρα ούτε ένα έργο! Αντιθέτως, η κατανάλωση είχε πάει στα ύψη, με αποτέλεσμα την αλματώδη άνοδο του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών, το έλλειμμα του οποίου έφθασε να αντιπροσωπεύει το 14,5% του ΑΕΠ και να είναι το υψηλότερο κατά κεφαλήν στον κόσμο! Στο επίπεδο της παραγωγής, όμως, η Ελλάδα υποχωρεί σημαντικά, οι εξαγωγές της παραμένουν στάσιμες, ενώ η βιομηχανία της ξεφτίζει και σταδιακά χάνεται. Το ΠΑΣΟΚ, ωστόσο, εδραιώνεται κοινωνικά και εξαγοράζει ψήφους, συνειδήσεις, συνδικαλιστικές οργανώσεις, αγροτικούς συνεταιρισμούς, δήμους, κοινότητες. Όπως ψιθυρίζεται στους ευρωπαϊκούς διαδρόμους, το «Κίνημα» του Ανδρέα Παπανδρέου αποκτά καθεστωτικό χαρακτήρα και το ότι παραμένει στην Ευρώπη οφείλεται στο χρήμα που εισρέει στην Ελλάδα από τα διάφορα κοινοτικά Ταμεία.
Τα τελευταία χρησιμοποιούνται για πλουσιοπάροχες επιδοτήσεις ημέτερων αγροτών, συνδικαλιστών, δημοσιογράφων, επιχειρηματιών, εκδοτών, ανώτερων και ανώτατων στελεχών επιχειρήσεων και, βεβαίως, κομματικών μηχανισμών. Δημιουργείται έτσι σταδιακά ένα παρακράτος μαφιόζικου τύπου, το οποίο διεισδύει όλο και βαθύτερα στην πολιτική και κυριολεκτικά μολύνει τη δημοκρατία. Απίθανοι και αδίστακτοι εκπρόσωποι αυτού του παρακράτους δημιουργούν δίκτυα επικοινωνίας και επιρροής και αξιοποιούν στο έπακρο μια φαύλη «προοδευτική» δημοσιογραφία και ακόμα πιο φαύλους βαρώνους των μέσων μαζικής επικοινωνίας (ΜΜΕ). Αν δε κατά καιρούς τα σκάνδαλα, οι καταχρήσεις και οι λεηλασίες αυτού του παρακράτους βγαίνουν στη δημοσιότητα, αυτό οφείλεται αποκλειστικά σε εσωτερικούς ανταγωνισμούς και σε προσωπικές έριδες των ανθρώπων που δεσπόζουν στο παρακράτος. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς. Ο Κοσκωτάς, ο Μαυράκης, ο Σταματελάτος, η Αγρέξ, τα καλαμπόκια, η Προμέτ, ο Οργανισμός Ανασυγκροτήσεως Επιχειρήσεων είναι μερικά από τα 200 σκάνδαλα του ΠΑΣΟΚ που είχε καταγράψει ο Γιάννης Λάμψας και είχε περιγράψει αναλυτικά σε άρθρα του στα τότε Επίκαιρα του Γιάννη Πουρνάρα.
Συγκλονιστικά και απολύτως ηλεγμένα στοιχεία για εκείνη την περίοδο περιέχονται σε ένα αποκαλυπτικό και πολύ σημαντικό βιβλίο του Δημήτρη Στεργίου, αρχισυντάκτη του Οικονομικού Ταχυδρόμου την εικοσαετία 1979-1999 και διευθυντή σύνταξης του ίδιου περιοδικού το 2000. Στο βιβλίο Το Πολιτικό Δράμα της Ελλάδος 1981-2005[3], ο συγγραφέας προέβλεπε την πτώχευση της χώρας από το 1989, όταν στην ουσία η Ελλάδα είχε απειληθεί με αποβολή από την Ευρωπαϊκή Ένωση – χωρίς να ιδρώσει κανενός το αυτί. Την αποκάλυψη αυτή είχε κάνει ο υπογράφων από τις στήλες του Οικονομικού Ταχυδρόμου, δεχόμενος τόνους ύβρεων λάσπης από τους πραιτωριανούς της «Αλλαγής». Την ώρα, λοιπόν, που κάποιοι ψάχνουν για «επαχθή χρέη» και παραπλανούν τον κόσμο, θα πρέπει κάποια πράγματα να τα δούμε από κοντά. Ειδικότερα δε θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι σε μία χρεοκοπία δεν υπάρχουν αμέτοχοι – κυρίως όταν η χρεοκοπία είναι απότοκος συλλογικής ληστείας, τους καρπούς της οποίας άλλοι γεύονται περισσότερο, άλλοι λιγότερο και κάποιοι ίσως καθόλου.
3. Αριθμοί και γεγονότα
Ο υπογράφων δέχεται ότι τα τριανταπέντε τελευταία χρόνια αρκετοί πολιτικοί πλούτισαν και κάποιοι υπερπλούτισαν ασκώντας το επάγγελμα του «εκπροσώπου του λαού». Δέχεται επίσης ότι στο πολιτικό μας σύστημα υπάρχει αυξημένη διαφθορά. Όλα αυτά, σε μία δημοκρατία είναι ανιχνεύσιμα και κολάσιμα. Γι’ αυτό, «επαχθή χρέη» υπάρχουν και αναγνωρίζονται μόνον στις δικτατορίες τριτοκοσμικού και κομμουνιστικού τύπου. Αντιθέτως, στη δημοκρατία, η διαφάνεια – η οποία είναι και ένας από τους όρους λειτουργίας της – αποτελεί αντίδοτο στη διαφθορά και ενίοτε την αποτρέπει. Ωστόσο, ειδικά στην χώρα μας, υπάρχει μία άλλη, και πραγματική, διάσταση «επαχθούς χρέους» την οποίαν ουδείς τολμά να αναφέρει και, ακόμη περισσότερο, να αναδείξει. Γι’ αυτό, στο παρόν κείμενο θα προσπαθήσουμε να δώσουμε μία μερική διάσταση αυτού του «επαχθούς χρέους» προβάλλοντας στοιχεία που με πολύ κόπο αναζητήσαμε και καταγράψαμε.
Επισημαίνουμε, έτσι, ότι από το 1979 έως και το 2010 έγιναν στην Ελλάδα5.280 γενικές και κλαδικές απεργίες, σε ποσοστό 96% του δημοσίου τομέα, με αποτέλεσμα να χαθούν 1.385 ημέρες εργασίας. Σε σημερινά ευρώ, το κόστος αυτών των εργάσιμων ημερών, που είναι 45 τον χρόνο, αντιστοιχεί σε 135 δισ. ευρώ, ήτοι στο 39% του συνολικού δημοσίου χρέους της χώρας ή στο 55% των χρεών των ασφαλιστικών ταμείων. Σημειώνουμε ότι οι απεργούντες ναι μεν δεν προσήλθαν στην εργασία τους, πλην όμως εισέπραξαν το σχετικό ημερήσιο κόστος της τελευταίας – και το συνολικό αυτό ποσόν είναι αδύνατον να υπολογισθεί. Σίγουρα, όμως, σωρευτικά αντιπροσωπεύει κάποια δισεκατομμύρια ευρώ. Οι περισσότερες από τις προαναφερθείσες απεργίες – ο αριθμός των οποίων είναι τριπλάσιος του αντιστοίχου κοινοτικού μέσου όρου πριν τη μεγάλη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (ΕΕ) – είχαν εκβιαστικό χαρακτήρα και κατέληξαν στην απόσπαση απίθανων προνομίων. Τα τελευταία – όπως, για παράδειγμα, τα δωρεάν ταξίδια με την Ολυμπιακή Αεροπορία όλων των μελών των οικογενειών των εργαζομένων (;) στην εταιρεία, στην πρώτη θέση – επιβάρυναν, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, το κόστος παραγωγής της ελληνικής οικονομίας κατά 4%του ΑΕΠ περίπου.
Έτσι, σωρευτικά τα τριάντα τελευταία χρόνια η ελληνική οικονομία επιβαρύνθηκε με άλλα 140 δισ. ευρώ, χάνοντας ταυτοχρόνως και σημαντικό μέρος από την ανταγωνιστικότητά της. Στην απώλεια αυτή θα πρέπει να προστεθεί και η κατά 2% σωρευτική επιβάρυνση του ΑΕΠ από τα κλειστά επαγγέλματα, η οποία επίσης υπολογίζεται σε άλλα 120 δισ. ευρώ. Επίσης, από το 1993, μετά την πτώση της κυβερνήσεως Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, έως και το 2009, προσελήφθησαν στην ευρύτερο δημόσιο τομέα περί τα 600.000 άτομα, με αποτέλεσμα το κόστος του δημόσιου τομέα να επιβαρυνθεί με το απίστευτο ποσόν των 500 δισ. ευρώ – κόστος το οποίο ξεπέρασε κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες το αντίστοιχο μέσο της ΕΕ των 15 χωρών-μελών. Το ποσοστό αυτό σήμερα αντιπροσωπεύει 11 δισ. ευρώ ετησίως και είναι η βασική αιτία της δημιουργίας δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Ακόμα χειρότερα, επιβαρύνει και την εξυπηρέτηση του δημόσιου δανεισμού σε επίπεδα που είναι δύσκολο να υπολογισθούν. Στις παραπάνω απίστευτες επιβαρύνσεις θα πρέπει να προσθέσουμε και την χορήγηση στην Ελλάδα 180.000 συντάξεων με μηδενική ανταπόδοση, οι οποίες σε μία εικοσαετία επιβάρυναν το υπερχρεωμένο ασφαλιστικό σύστημα της χώρας με 24 δισ. ευρώ, στα οποία θα πρέπει να προστεθούν και κάποια δισεκατομμύρια εφάπαξ. Την περίοδο 1990 – 2009 καταγράψαμε επίσης για την Αθήνα 180 δήθεν φοιτητικές διαδηλώσεις, οι οποίες κατέληξαν σε καταστροφές δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας και σε λεηλασίες πανεπιστημιακών ιδρυμάτων ανυπολογίστου αξίας. Την εικοσαετία αυτή, οι καταστροφές που προκλήθηκαν μόνον στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο υπολογίζονται στα 30 εκατ. ευρώ σωρευτικά, συμπεριλαμβανομένων και των κλοπών επιστημονικού υλικού.
Από κοινωνικής δε πλευράς, οι βάρβαρες αυτές εκδηλώσεις οδήγησαν σε απώλειες δεκάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας στο κέντρο της Αθήνας και στο κλείσιμο περίπου 10.000 εμπορικών και άλλων επιχειρήσεων. Αποκαλυπτικά επίσης στοιχεία για το μέγεθος της μεγάλης ληστείας μπορεί να εντοπίσει κανείς σε ένα θαυμάσιο βιβλίο του αείμνηστου Νικολάου Θέμελη, υπουργού Προεδρίας στην Οικουμενική Κυβέρνηση Ζολώτα το 1990, με τίτλο “Τον δρόμον τετέλεκα” [4]. Στο βιβλίο αυτό, ο συγγραφέας, που ήταν και πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, περιγράφει τις απίστευτες εμπειρίες του. Σε οποιαδήποτε δημοκρατική και ευνομούμενη χώρα, το βιβλίο αυτό θα είχε προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων και εισαγγελικών επεμβάσεων. Εν Ελλάδι πέρασε απαρατήρητο. Ο λόγος απλός και ευκόλως κατανοητός: ο συγγραφέας περιγράφει όργια καταχρήσεων και σπαταλών στη δημόσια διοίκηση και αναφέρει σοβαρότατες ατασθαλίες σε δήμους και κοινότητες. Ατασθαλίες που, συνολικά, ξεπερνούσαν τα 20 δισ. δραχμές την εποχή εκείνη.
Το ποσόν αυτό, βέβαια, ανεβαίνει σε αστρονομικά ύψη αν διαβάσει κανείς τις εκθέσεις του Λ. Ρακιντζή, Επιθεωρητού Δημοσίας Διοικήσεως, ο οποίος, στην γνωστή έκθεσή του, περιγράφει τα σημεία και τέρατα που συμβαίνουν στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, στις πολεοδομίες, στα Ελληνικά Ταχυδρομεία και γενικά σε δημόσιους οργανισμούς. Σύμφωνα με υπολογισμούς του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Αναπτύξεως (ΟΟΣΑ), το κόστος της διαφθοράς στην ελληνική δημόσια διοίκηση αντιπροσωπεύει περί το 2% του Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ) της χώρας, ήτοι, με τα σημερινά δεδομένα, ένα ποσόν της τάξεως των 5 δισ. Ευρώ. Έτσι, σε επίπεδο τριακονταετίας, φθάνουμε αισίως τα 120 δισ. ευρώ. Είναι, λοιπόν, ηλίου φαεινότερον ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι όντως «επαχθές», όχι όμως για τους λόγους που επικαλούνται κάποιοι νομικοί, που, υποκρίνονται ότι τώρα ανακαλύπτουν τον τροχό της διαφθοράς και της γραφειοκρατικής ασυδοσίας. Αυτοί που αναζητούν ενόχους και αποδιοπομπαίους τράγους για το αποκαλούμενο ελληνικό «επαχθές χρέος» και απειλούν με μηνύσεις και άλλα παρόμοια, καλά θα έκαναν να μάθουν γραφή και ανάγνωση. Το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι το γνήσιο προϊόν της καταληστεύσεως του δημοσίου πλούτου από συντεχνίες, συνεταιρισμούς, συνδικαλιστικά σωματεία, δημόσιες επιχειρήσεις και κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες.
Όλος αυτός ο εσμός της ελληνικής, σοβιετικού τύπου, κλεπτοκρατίας δίνει σήμερα τον υπέρ πάντων αγώνα για να καταρρεύσει η χώρα. Είναι η μόνη ελπίδα τους. Διότι, μία ελληνική κατάρρευση θα αφήσει άθικτους όλους τους μηχανισμούς της διαφθοράς και θα ενισχύσει τις εξουσίες των συντεχνιών. Για παράδειγμα, επιχειρηματίες που τροφοδοτούν τις διάφορες φιλολογίες περί επιστροφής στην δραχμή, είναι ξεκάθαρο τι επιδιώκουν. Έχοντας τεράστια χρέη στο εσωτερικό και γερές καταθέσεις στο εξωτερικό, σε περίπτωση που η Ελλάδα επιστρέψει στη δραχμή νομίζουν ότι θα εξοφλήσουν τα χρέη τους σε υποτιμημένες δραχμές, εισάγοντας υπερτιμημένα ευρώ. Θα συμβεί, δηλαδή, ό,τι συνέβη στην πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση, στην οποίαν οι ολιγάρχες της νομενκλατούρας αγόρασαν σχεδόν τα πάντα με υπερτιμημένα έναντι του ρουβλίου δολάρια που είχαν φυγαδεύσει στο εξωτερικό την περίοδο του κομμουνιστικού καθεστώτος.
Με το χρήμα αυτό οι ολιγάρχες, όχι μόνον απέκτησαν αμύθητες περιουσίες, αλλά εγκατέστησαν και τις δικές τους πολιτικές εξουσίες. Έτσι, η σημερινή Ρωσία ελέγχεται από τους ολιγάρχες του χρήματος και αυτούς που αποτελούν το πολιτικό τους σκέλος. Αυτό το μοντέλο «οραματίζονται» κάποιοι και για την Ελλάδα, γι’ αυτό και επιδιώκουν με κάθε μέσον να την αποκόψουν από την Ευρώπη. Δηλαδή, πέρα από τη μεγάλη ληστεία, οι κύκλοι αυτοί επιχειρούν σήμερα και μία πολιτικο-θεσμική ανατροπή. Το θέμα είναι τεράστιο και οι διάφορες πτυχές του θα αναδεικνύονται όλο και πιο αδρά όσο κυλά ο χρόνος. Και ο χρόνος κυλά εφιαλτικά γρήγορα.
[1] Στάμος Ζούλας, Όσα δεν έγραψα., Καστανιώτη, Αθήνα 2003, σ. 96.
[2] Το καλοκαίρι του 1985 η χώρα έφθασε στο χείλος της κατάρρευσης, όπως περιέγραψε ο τότε διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Δ. Χαλικιάς. Βλ. τη μαρτυρία του σε συνέντευξη στον Π. Βασιλόπουλο (Οικονομικός Ταχυδρόμος,8.1.1988), η οποία παρατίθεται στο σχετικό άρθρο μου «Από το 1985 προβλεπόταν η πτώχευση», που είναι διαθέσιμο στο>http://tiny.cc/j3jax
[3] Δημήτρης Λ. Στεργίου, Το πολιτικό δράμα της Ελλάδος 1981-2005,Παπαζήση, Αθήνα 2005.
[4] Νικόλαος Θέμελης, Τον δρόμον τετέλεκα, Ι. Σιδέρης, Αθήνα 1998.> ********************
Πηγή: www.insurancedaily.gr

27.6.12

Πρωτοβουλία για τη μείωση του ελληνικού χρέους από τον μη κερδοσκοπικό οργανισμό Greece Debt Free


Πρωτοβουλία για τη μείωση του ελληνικού χρέους από τον μη κερδοσκοπικό οργανισμό Greece Debt Free

27 Ιουν. 2012, 09:22
Αγορά ομολόγων μέσω δωρεών
Πρωτοβουλία για τη μείωση του ελληνικού χρέους από τον μη κερδοσκοπικό οργανισμό Greece Debt Free
Ο ιδρυτής του GDF, Πέτρος Νομικός      
Πρωτοβουλία για τη μείωση του ελληνικού χρέους με τη συμμετοχή απλών πολιτών, αλλά και επιχειρηματιών, έχει αναλάβει ο μη κερδοσκοπικός οργανισμός Greece Debt Free Ελλάδα Χωρίς Χρέος. Η πρωτοβουλία ανήκει στον 33χρονο Πέτρο Νομικό, γόνο της εφοπλιστικής οικογένειας, ο οποίος έχει επικεντρώσει το ενδιαφέρον του στην προσπάθεια ανάπτυξης στρατηγικών που θα βοηθήσουν στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Ήδη, όπως αναφέρουν Τα Νέα, μέσω της πρωτοβουλίας που μετρά μόλις τέσσερις ημέρες ζωής, έχουν συγκεντρωθεί από εισφορές 2.200.000 ευρώ συνολικής αξίας χρέους.
Το GDF δέχεται δωρεές με σκοπό την αγορά ελληνικών κρατικών ομολόγων στις χαμηλότερες τιμές στις οποίες διαπραγματεύονται στις διεθνείς αγορές. Το GDF στη συνέχεια βοηθά στη μείωση του χρέους μέσω της ακύρωσης των εν λόγω ομολόγων. Μάλιστα δεν αγοράζει ομόλογα από το ελληνικό κράτος και δεν χρηματοδοτεί το ελληνικό κράτος, αλλά αγοράζει τίτλους από τρίτους στις διεθνείς αγορές.
Επίσης, σύμφωνα με τον κ. Νομικό, το GDF επιτρέπει σε κάθε Έλληνα πολίτη ή όποιον θέλει να βοηθήσει την Ελλάδα να ψηφίσει online και να επιλέξει προϊόντα να φέρουν το λογότυπο του GDF και να συνεισφέρουν το 50% της αξίας των κερδών τους για τη μείωση του ελληνικού δημόσιου χρέους με τον ίδιο τρόπο. Μάλιστα, για να διατηρήσει το λογότυπο του GDF, κάθε προϊόν που θα ενταχθεί στο πρόγραμμα δεσμεύεται να διαθέτει το 50% της αξίας των κερδών του για τη μείωση του ελληνικού χρέους. Εάν ένα προϊόν παύσει να ακολουθεί τον κανόνα του 50%, η άδεια συμμετοχής του στο GDF ανακαλείται δημοσίως, ενώ οι χρήστες θα ειδοποιούνται σχετικά μέσω του facebook, του twitter και του GreeceDebtFree.com.
«Νομίζω ότι μπορεί η προσπάθεια αυτή να βοηθήσει την Ελλάδα. Θέλω να βοηθήσω τη χώρα μου. Η κρίση είναι το πιο ισχυρό εθνικό κάλεσμα» λέει ο κ. Νομικός.
Ο ίδιος προσέφερε για τη δημιουργία του GDF περίπου 300.000 δολάρια, εκτός της δικής του εισφοράς για την αποπληρωμή του χρέους, ενώ όπως λέει οι άνθρωποι που τον πλαισιώνουν στην προσπάθεια αυτή είναι όσοι αγαπούν την Ελλάδα και θέλουν να προσφέρουν.
Όλες οι διαδικασίες του μη κερδοσκοπικού οργανισμού λειτουργούν σύμφωνα με τους νόμους της Πολιτείας του Ντέλαγουερ και υπόκειται στη νομοθεσία Φιλανθρωπικών Ιδρυμάτων των ΗΠΑ που αποκλείουν κάθε πολιτική επιρροή. Δεν έχει εργαζομένους, διοικείται από εθελοντές και δεν έχει λειτουργικό κόστος, ενώ οι εισφορές πάνε εξ ολόκληρου στην αποπληρωμή του ελληνικού χρέους, εκτός ενός ελάχιστου ποσού που αφορά τις προμήθειες για την αγορά των ομολόγων.
Πηγή: www.sofokleous10.gr

Το απόρρητο παρασκήνιο της δημιουργίας του ευρώ (I)


Το απόρρητο παρασκήνιο της δημιουργίας του ευρώ (I)


euro-hellas
Από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι το 1970 οι ΗΠΑ κυριάρχησαν στην παγκόσμια οικονομία έχοντας ως όπλο τους το δολάριο που με τη σύνδεση του στο χρυσό δημιουργούσε μία πλασματική διεθνή νομισματική σταθερότητα εξασφαλίζοντας εξαιρετικά σημαντικά πλεονεκτήματα στην αμερικανική οικονομία αλλά προκαλώντας μεγάλα προβλήματα στον υπόλοιπο κόσμο. Στις αρχές της δεκαετίας του '70 μία ενορχηστρωμένη προσπάθεια με πρωταγωνιστή τη Γερμανία και συνεργούς τη Βρετανία και τη Γαλλία πέτυχε την κατάρρευση του επί σχεδόν μιας τριακονταετίας διεθνούς νομισματικού συστήματος με επίκεντρο του το δολάριο και την αντικατάσταση του με το σύστημα των ελεύθερα κυμαινόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών.
Μπροστά στον κίνδυνο απώλειας του κυρίαρχου νομισματικού και οικονομικού τους ρόλου οι, πληγωμένες απ΄ το χαμένο πόλεμο του Βιετνάμ, ΗΠΑ αντέδρασαν επιβάλλοντας με την απειλή πολέμου εναντίον της Σαουδικής Αραβίας τη διεξαγωγή του διεθνούς εμπορίου πετρελαίου αποκλειστικά στο αμερικανικό νόμισμα. Έτσι, υποκατέστησαν την απώλεια της σύνδεσης του δολαρίου με το χρυσό με αυτήν της σύνδεσης του με το μαύρο χρυσό, αποκαθιστώντας την νομισματική τους ηγεμονία.
Η απάντηση της Γερμανίας ήταν η προσπάθεια, με τη βοήθεια της Γαλλίας, για τη δημιουργία μίας Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ένωσης με ένα νόμισμα το οποίο θα μπορούσε να εξελιχθεί σε αντίπαλο δέος του δολαρίου. Το ξέσπασμα της παγκόσμιας πετρελαϊκής κρίσης, όμως, έβαλε τέλος στο πρώτο ευρωπαϊκό πείραμα νομισματικής ολοκλήρωσης με τις δύο πρωταγωνίστριες σε αυτό χώρες να επαναφέρουν στο προσκήνιο το θέμα της Νομισματικής Ενοποίησης στα τέλη της δεκαετίας του '70, ιδρύοντας αυτή τη φορά τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών (ΕΜΣΙ), στη βάση του οποίου δημιουργήθηκε μία νομισματική μονάδα, το ECU, όπου συνδέθηκαν τα νομίσματα των κρατών του μηχανισμού σε μία καθορισμένη ισοτιμία.
Ελλείψει, ωστόσο, ενός πραγματικά ενιαίου νομίσματος και εξαιτίας της οικονομικής υπεροχής της Γερμανίας έναντι των υπολοίπων μελών του ΕΜΣΙ, το ECU κατέληξε να γίνει σκιά του γερμανικού νομίσματος, με τη Νομισματική Ένωση να παίρνει την προσωνυμία 'D-zone', δηλαδή 'ζώνη του Μάρκου'. Η Κεντρική Τράπεζα της Γερμανίας, η Budensbank, μετατράπηκε, ανεπίσημα, σε Κεντρική Τράπεζα της Ευρώπης με αποτέλεσμα η νομισματική πολιτική της να επηρεάζει άμεσα όλες τις χώρες του ΕΜΣΙ, οι οποίες και έπρεπε να προσαρμόζουν τα επιτόκια τους ανάλογα με τα δικά της προκειμένου να παραμένουν εντός του μηχανισμού.
Έτσι, όταν η Budensbank προχωρούσε σε ανατίμηση του επιτοκίου του μάρκου προκειμένου να αντιμετωπίσει πληθωριστικές πιέσεις στην αναπτυσσόμενη Γερμανία, το ECU ακολουθούσε αναγκάζοντας και τις υπόλοιπες χώρες του ΕΜΣΙ να αυξήσουν τα επιτόκια τους προκαλώντας ανατίμηση στο κόστος των επιχειρηματικών και στεγαστικών δανείων και τελικά στο κόστος χρηματοδότησης της ανάπτυξης. Στην πράξη, η Γερμανία χρέωνε ως αντάλλαγμα για την παροχή μίας συναλλαγματικής σταθερότητας την εξαγωγή του πληθωρισμού από την ίδια προς τα υπόλοιπα κράτη του ΕΜΣΙ.
Όσο η νομισματική πολιτική της Γερμανίας προβλημάτιζε μόνο τις αδύναμες χώρες του ΕΜΣΙ, ο γαλλογερμανικός άξονας λειτουργούσε συντονισμένα ασκώντας πιέσεις στις χώρες αυτές για την υιοθέτηση συγκεκριμένων οικονομικών και δημοσιονομικών πολιτικών με στόχο την προστασία του και την παραμονή τους εντός αυτού. Όταν, όμως, το 1983 έγινε ο Γάλλος Πρόεδρος Μιτεράν αυτός που αναγκάστηκε να αλλάξει το οικονομικό πρόγραμμα της κυβέρνησης του αναλαμβάνοντας υψηλό πολιτικό κόστος προκειμένου η Γαλλία να παραμείνει εντός του ΕΜΣΙ, η ευρωπαϊκή νομισματική ιστορία άλλαξε ριζικά. Από τότε και στο εξής. βασικός στόχος της γαλλικής πολιτικής και κύριο κίνητρο πίσω από τις προσπάθειες και πρωτοβουλίες της Γαλλίας για νομισματική ενοποίηση έγινε η δημιουργία και η θέσπιση ενός πανευρωπαϊκού νομισματικού ιδρύματος που θα ασκούσε τον έλεγχο της νομισματικής πολιτικής περιορίζοντας την κυριαρχία της Γερμανίας σε αυτόν τον τομέα.
Τα νέα σχέδια της Γαλλίας βρήκαν αντίθετη τη Γερμανία η οποία απέκρουε κάθε προσπάθεια υλοποίησης τους, αποδεχόμενη, ωστόσο, ως πολιτικό συμβιβασμό μία σειρά μέτρων προς την κατεύθυνση της οικονομικής ενοποίησης. Τον Ιανουάριο του 1988, βλέποντας η Γαλλία πως η νομισματική ενοποίηση παρέμενε ένα απραγματοποίητο όνειρο, κατέθεσε για πρώτη φορά πρόταση για την ίδρυση μίας Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, βήμα το οποίο προέβαλλε ως καθοριστικό για τη δημιουργία ενός κοινού νομίσματος.Η αντίδραση της Bundesbank ήταν σφοδρή, διαμηνύοντας προς όλες τις πλευρές με κάθε τρόπο πως δεν ήταν σε καμία περίπτωση διατεθειμένη να παραδώσει τον έλεγχο της νομισματικής πολιτικής σε ένα ευρωπαϊκό ίδρυμα.
Ωστόσο το πολιτικό σκηνικό του 1988 ήταν πολύ διαφορετικό απ' ότι σε οποιαδήποτε άλλη στιγμή από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και η αναγνώριση από τη Γερμανία της ιστορικής ευκαιρίας να διεκδικήσει χαμένα πάτρια εδάφη αναζωπυρώνοντας το όνειρο της επανένωσης της με το Ανατολικό της τμήμα, την έκανε να αλλάξει θεαματικά τη στάση για τη δημιουργία ενός κοινού νομίσματος επηρεάζοντας καθοριστικά το μέλλον της Ευρώπης.
Προκειμένου να υλοποιηθεί ένα τέτοιο, αδιανόητο μέχρι εκείνη την στιγμή, σχέδιο η Γερμανία χρειαζόταν οπωσδήποτε τη στήριξη της Γαλλίας και της Βρετανίας, την έγκριση της Σοβιετικής Ένωσης και των ΗΠΑ και τη σύμφωνη γνώμη της Bundesbank.
Έτσι, με το βλέμμα στην επανένωση η Γερμανία προώθησε μία νέα 'φιλοευρωπαϊκή' πολιτική συμφωνώντας να ξεκινήσουν συζητήσεις για τη δημιουργία μίας Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ταυτόχρονα, όμως, άφησε να διαρρεύσει η πρόθεση της για την επανένωση Ανατολικής και Δυτικής Γερμανίας.
Η προοπτική αυτή έπεσε σαν ατομική βόμβα στην Ευρώπη και ανέγειρε για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες το 'Γερμανικό Ερώτημα'.. Αυτό, μετουσιώνονταν στο φόβο της δημιουργίας μίας Μεγάλης Γερμανίας στην καρδιά της Ευρώπης, η οποία θα είχε εθνικοσοσιαλιστική ταυτότητα που σε συνδυασμό με το μέγεθος, την εμπορική, οικονομική και νομισματική της δύναμη θα της επέτρεπε να μετατραπεί σε ευρωπαϊκή υπερδύναμη.
Ξαφνικά, η Γαλλία βρέθηκε αντιμέτωπη με τον κίνδυνο αποδυνάμωσης του γεωπολιτικού της ρόλου. Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου θα επέφερε την κατάργηση των περιορισμών που είχαν τεθεί στη Γερμανία μετά την ήττα της στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και οι οποίοι συντηρούσαν ένα ευνοϊκό για τη χώρα πολιτικό, εμπορικό και οικονομικό περιβάλλον, ενώ η στροφή από έναν κόσμο όπου οι στρατιωτικές υπερδυνάμεις είχαν τον κυρίαρχο ρόλο σε ένα νέο όπου οι οικονομικές δυνάμεις θα πρωταγωνιστούσαν θα άλλαζε τις ευρωπαϊκές ισορροπίες προς όφελος της Γερμανίας και εις βάρος της Γαλλίας.
Προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτή η απειλή η Γαλλία άρχισε να σχεδιάζει ένα 'οικονομικό αφοπλισμό' της Γερμανίας ώστε να της αφαιρεθεί η 'ατομική της βόμβα', το μάρκο και να αναγκαστεί να ενταχθεί σε μία Ευρώπη με βαθιές δομές, οι οποίες, κατά την εκτίμηση της Γαλλίας, θα αποτελούσαν εγγύηση για τον περιορισμό της δύναμης της.
Παράλληλα, όσο η Γαλλία προσπαθούσε να προωθήσει τις διαδικασίες νομισματικής ενοποίησης, επεδίωκε μυστικά τη συνεργασία της με τη Βρετανία προκειμένου να αποτρέψει την επανένωση Ανατολικής, Δυτικής Γερμανίας.
Σε απόρρητο έγγραφο από το αρχείο του Mikhail Gorbachev, με ημερομηνία 23 Σεπτεμβρίου 1989, περιλαμβάνεται συνομιλία της Margaret Thatcher με το Σοβιετικό Πρόεδρο όπου η Βρετανίδα Πρωθυπουργός αναφέρει χαρακτηριστικά: "Δε θέλουμε μία ενωμένη Γερμανία. Αυτό θα οδηγήσει στην αλλαγή των μεταπολεμικών συνόρων και δε μπορούμε να επιτρέψουμε μία τέτοια εξέλιξη καθώς θα υπονομεύσει τη σταθερότητα του διεθνούς status quo και θα θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια μας .... Μπορώ να σας πω ότι ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής συμφωνεί με αυτήν τη θέση. Μου έστειλε ένα τηλεγράφημα από το Τόκιο όπου μου ζητήσε να σας πω πως οι ΗΠΑ δε θα προβούν σε καμία κίνηση που θα μπορούσε να βάλει σε ρίσκο την ασφάλεια της Σοβιετικής Ένωσης ή που θα μπορούσε να εκληφθεί από τη Σοβιετική Ένωσης ως εχθρική.”
Η πίεση από τη Βρετανία και τη Γαλλία για να εξασφαλιστεί η αρνητική στάση της Σοβιετικής Ένωσης απέναντι στην προοπτική επανένωσης της Γερμανίας δεν απέδωσε. "Η Δύση δε θέλει τη Γερμανική επανένωση αλλά θέλει να χρησιμοποιήσει εμάς για να την εμποδίσει, να δημιουργήσει μία σύγκρουση μεταξύ υμών και της Γερμανίας έτσι ώστε να διαγράψει την πιθανότητα μίας μελλοντικής 'συνωμοσίας' μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και της Γερμανίας" αναφέρει σε απόρρητο έγγραφο με ημερομηνία 3 Νοεμβρίου 1989 ο ίδιος ο Gorbachev.
Η ελπίδα της Βρετανίας ότι θα έβρισε έναν πολύτιμο σύμμαχο στις ΗΠΑ για να σταματήσει τη 'Γερμανική απειλή', αποδείχθηκε, επίσης, φρούδα, καθώς οι ΗΠΑ είδαν την πτώση του τείχους του Βερολίνου ως το προμήνυμα της πτώσης της Σοβιετικής Ένωσης και της κατάρρευσης του κομμουνισμού, που θα σηματοδοτούσε την απόλυτη νίκη της 'Δύσης' επί της 'Ανατολής".
Στα έγγραφα των συνομιλιών της συνάντησης Gorbachev - Bush το Δεκέμβριο του 1989 διαφαίνεται η ανησυχία των δύο ηγετών για τη διαδικασία της επανένωσης της Γερμανίας αλλά και η διάθεση τους να μην παρέμβουν για να τη σταματήσουν.
Η άρνηση της Σοβιετικής Ένωσης να σταματήσει τα σχέδια της Γερμανίας είχε προκαλέσει 'πανικό' στους Γάλλους. “Η Γαλλική κυβέρνηση θέτει το ερώτημα αν η Σοβιετική Ένωση έχει αποδεχτεί την προοπτική μίας ενωμένης Γερμανίας και δεν πρόκειται να πάρει μέτρα ώστε να τη σταματήσει. Αυτό έχει προκαλέσει ένα φόβο που προσεγγίζει τα όρια του πανικού. Η Γαλλία σε καμία περίπτωση δεν επιθυμεί την επανένωση της Γερμναίας, παρόλο που αντιλαμβάνεται ότι τελικά αυτό θα είναι αναπόφευκτο. Επομένως, ο François Mitterrand πίστεψε με την καρδιά του ότι η Σοβιετική Ένωση συμμεριζόταν τη θέση του όταν έλαβε τη σχετική διαβεβαίωση επ αυτού από τον Gorbachev" αναφέρει σύμφωνα με απόρρητο έγγραφο ο Jacques Attali, σύμβουλος του Γάλλου Προέδρου σε σύντομη συνάντηση με τον με τον Vadim Zagladin, σύμβουλο του Προέδρου Gorbachev.
Πριν από μία κρίσιμη συνάντηση στο Elysée Palace η Thatcher έδειξε ένα χάρτη των συνόρων της Γερμανίας το 1937 στο Mitterrand και άλλους Ευρωπαίους ηγέτες προειδοποιώντας τους για την ανερχόμενη γερμανική απειλή. Ο Mitterrand συμφώνησε με την ανάλυση Thatcher ομολογώντας πως φοβόταν και ο ίδιος πως οι Γερμανοί, που συμπεριφέρονταν με 'αρκετή κτηνωδία', μπορεί να επεδίωκαν να κερδίσουν τα εδάφη που είχαν χάσει στον πόλεμο.
Σύμφωνα με τα απόρρητα έγγραφα ο Mitterrand είπε πως 'εφόσον κανένας από τους δύο (Βρετανία - Γαλλία) δεν πρόκειται να ξεκινήσει πόλεμο εναντίον της Γερμανίας' η λύση στον περιορισμό της δύναμης της θα μπορούσε να δοθεί μέσα από την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση και συγκεκριμένα μέσω ένα κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα. “Αυτή είναι μία πιθανή λύση στο Γερμανικό Ερώτημα", είπε.
Ωστόσο, η Thatcher θεωρούσε πως η Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση θα οδηγούσε σε επιδείνωση και όχι σε λύση του προβλήματος. Η μελέτη των σχετικών απόρρητων εγγράφων, απομνημονευμάτων και στοιχείων για την επανένωση της Γερμανίας, αποκρυπτογραφεί τους φόβους της Βρετανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Ολλανδίας και άλλων κρατών για το 'Γερμανικό Ερώτημα'.
"Τα προβλήματα δεν πρόκειται να ξεπεραστούν με το να ενδυναμωθεί η Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Οι φιλοδοξίες της Γερμανίας τότε θα γίνουν ο κυρίαρχος και ενεργός παράγοντας" αναφέρει η Thatcher σχολιάζοντας ένα τηλεγράφημα από το Παρίσι στις 2 Φεβρουαρίου του 1990.
'Η Γαλλία και η Βρετανία πρέπει να ενώσουν τις δυνάμεις του σήμερα ενάντια στη Γερμανική απειλή" επισημαίνει η Thatcher σε τηλεγράφημα της προς τον Γάλλο πρέσβη στο Λονδίνο το Μάρτιο του 1990. "Ο Kohl είναι ικανός για τα πάντα. Έχει γίνει ένας άλλος άνθρωπος. Δεν γνωρίζει πια ούτε τον ίδιο του τον ευατό. Βλέπει τον εαυτό του ως τον παντοκράτορα και έχει αρχίσει να συμπεριφέρεται ανάλογα" γράφει στο ίδιο τηλεγράφημα.
Σύμφωνα με απόρρητα έγγραφα από το Υπουργείο Εξωτερικών της Γερμανίας, οι σχέσεις Γερμανίας - Γαλλίας έφτασαν στα πρόθυρα της κατάρρευσης υπό της σκιά της προσπάθειας της πρώτης να προωθήσει το σχέδιο επανένωσης. Ο Πρόεδρος Mitterrand προειδοποίησε πως η Γερμανία κινδύνευε να βρεθεί πιο απομονωμένη και από ότι ήταν το 1913.
Ωστόσο, με τη Γερμανία να εξαγοράζει τη συγκατάθεση των Σοβιετικών έναντι δεκάδων δισεκατομμυρίων μάρκων και να εξασφαλίζει την ανοχή των ΗΠΑ, η Γαλλία άρχισε να αντιλαμβάνεται πως η επανένωση ήταν θέμα χρόνου. Προκειμένου να προλάβει τις εξελίξεις ο Πρόεδρος Mitterrand πρότεινε στο Γερμανό Καγκελάριο μία μυστική συμφωνία: η Γαλλία θα στήριζε την προοπτική της επανένωσης και σε αντάλλαγμα η Γερμανία θα προχωρούσε στην εγκατάλειψη του μάρκου και στην υιοθέτηση ενός κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος με τη δέσμευση για τη δημιουργία μίας Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
"Η μόνη ελπίδα της Γερμανίας για επανένωση είναι να δεσμευτεί σε μία ισχυρή Ένωση" είπε ο Mitterrand, απειλώντας ότι θα ασκούσε βέτο σε μία απόφαση επανένωσης. "Μία απόφαση πρέπει να ληφθεί στο Στρασβούργο, στη Διακυβερνητική Διάσκεψη για την Οικονομική και Νομισματική Ένωση" είπε ο Υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Genscher, ανοίγοντας την πόρτα για την οριοθέτηση ενός προγράμματος για τη νομισματική ενοποίηση το οποίο προσυπογράφηκε από τους Ευρωπαίους Εταίρους στις 08 Δεκεμβρίου του 1989 στη διάσκεψη του Στρασβούργου, χωρίς, ωστόσο και πάλι να άρει τις υποψίες της Γαλλίας και των άλλων ευρωπαϊκών κρατών ότι η Γερμανία δε προσπαθούσε απλά να κερδίσει χρόνο.
Ακόμη και εκείνη τη στιγμή εκείνη η Γαλλία αμφισβητούσε ότι η Γερμανία θα αποχωριζόταν τελικά το μάρκο. "Το μάρκο είναι για τη Γερμανία ότι η ατομική βόμβα για τη Γαλλία και η Γαλλία δε θα παρέδιδε ποτέ την ατομική βόμβα" αναφερόταν στους κυβερνητικούς κύκλους του Παρισιού.
Στο εσωτερικό της Γερμανίας η Budensbank και το Υπουργείο Οικονομικών ξεκίνησαν να υποστηρίζουν πως η επικείμενη επανένωση και τα προβλήματα που θα ανέκυπταν από αυτήν έκαναν απαραίτητη την καθυστέρηση της νομισματικής ενοποίησης και των σχεδίων για τη δημιουργία μίας Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Παραδόξως, η Thatcher είχε βρει ως μόνο σύμμαχο ενάντια στην ιδέα δημιουργίας μίας Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας τον Διοικητή της Budensbank. Η Thatcher επέμενε ότι δεν ήθελε ποτέ να δεί μία Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσο θα ζούσε, καθώς αυτό θα μπορούσε να σημαίνει μόνο "την παράδοση της οικονομικής πολιτικής σου σε αυτό το τραπεζικό σύστημα που θα είναι υπεύθυνο για τη συντήρηση της αξίας του νομίσματος και πρέπει επομένως να είναι και υπεύθυνο για την απαραίτητη οικονομική πολιτική ώστε να επιτύχει αυτό που υποπτεύομαι ότι θα προσπαθήσουν να πετύχουν, δηλαδή να ονομάσουν κάτι ως Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ενώ στην πραγματικότητα δε θα είναι και δε θα μπορέσει ποτέ να γίνει."
Σύμφωνα με απόρρητα έγγραφα η Thatcher έβλεπε ένα 'ξεκάθαρο, ολοκληρωμένο Γερμανικό σχέδιο σκόπιμης υποτίμησης του Μάρκου και σκόπιμης προώθησης του κοινωνικού της μοντέλου σε όλους ώστε να διατηρήσει την οικονομική υπεροχή της."
Μετά την αλλαγή στάσης απ' τη Γαλλία, ωστόσο, θεώρησε πως εφόσον δε μπορούσε να αποτρέψει το αναπόφευκτο, μία πιθανή λύση στο πρόβλημα θα ήταν η 'διαπλάτυνση' της Ευρώπης, με την είσοδο όσο το δυνατόν περισσότερων κρατών για να γίνει 'κάτι πολύ πιο χαλαρό' ώστε η υπεροχή της Γερμανίας να εξισορροπηθεί.
Σύμφωνα με τα έγγραφα αυτός ήταν ο λόγος που άλλαξε την πολιτική της ως προς την ένταξη πολλών χωρών στην ΕΕ και άνοιξε το θέμα της εισόδου κρατών όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Ισπανία (οι 4 φτωχές χώρες, όπως αναφέρονται σε διάφορες εκθέσεις της εποχής) αλλά και κρατών του πρώην ανατολικού μπλοκ, βλέποντας στο μέλλον ακόμη μεγαλύτερη 'διαπλάτυνση', με χώρες αντίβαρα στην Γερμανία.
Μέχρι τότε η Thatcher ήταν αντίθετη στην ιδέα της εισόδου της Ελλάδας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας σε μία νομισματική ένωση καθώς θεωρούσε τις χώρες αυτές παράγοντες οικονομικής αποσταθεροποίησης και εξαιρετικά υψηλού κόστους για τους υπόλοιπους εταίρους.
Υπό το βάρος των νέων εξελίξεων, ωστόσο, η Thatcher επεδίωκε, πλέον, την είσοδο στη μελλοντική ΕΕ των τεσσάρων 'φτωχών χωρών' και στη συνέχεια όσο το δυνατόν περισσότερων, θεωρώντας ότι αυτός θα ήταν ο μόνος τρόπος να βάλει εμπόδια στο δρόμο της Γερμανίας προς την απόλυτη ευρωπαϊκή της κυριαρχία.
Σε αντίθεση με το Μιτεράν που έβλεπε τη λύση της συγκράτησης της δύναμης της Γερμανίας στην εμβάθυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Thatcher την έβλεπε στη διαπλάτυνση. Η Thatcher προσπάθησε να πείσει το Γάλλο Πρόεδρο πως μία αμιγώς ολοκληρωμένη Ευρωπαϊκή Κοινότητα όπου τα κράτη θα ελεγχόταν από κεντρικούς μηχανισμούς, θα μπορούσε να κυριαρχηθεί πιο εύκολα από τη Γερμανία απ' ότι μία ευρεία Ευρωπαϊκή Κοινότητα ανεξάρτητων κρατών.
Ο Μιτεράν υποχώρησε τόσο ώστε να δεχτεί μία ταυτόγχρονη εμβάθυνση και διαπλάτυνση της ΕΕ και άσκησε πιέσεις στη Γερμανία ώστε να αποδεχτεί όσο το δυνατόν περισσότερα μέλη στο ευρώ. Το μήνυμα αυτό της προοπτικής ένταξης τους στο ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα κοινοποιήθηκε για πρώτη φορά στις 'φτωχές χώρες' το 1989, την ώρα που γινόταν οι μυστικές διαπραγματεύσεις της Γαλλίας με τη Γερμανία και τη Βρετανία.
Ο Υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας έστειλε το 1989 στην Ελλάδα το Υπόμνημα Ballandour θέτοντας το αίτημα της πλήρους νομισματικής Ένωσης και η Ελλάδα με επιστολή του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας Π. Ρουμελιώτη, απάντησε θετικά.
Σύμφωνα με τα απόρρητα έγγραφα η Thatcher κατά τη διάρκεια παραπάνω εξελίξεων είχε φτάσει να πιστέψει πως η Γερμανία έπαιζε ένα διπλό παιχνίδι και στην πραγματικότητα δεν είχε παρασυρθεί, όπως φαινόταν, από τους Γάλους στην υιοθέτηση του ευρώ αλλά επιθυμούσε όσο και εκείνοι την υιοθέτηση ενός κοινού νομίσματος. Η Thatcher πίστευε ότι η Γερμανία βάδιζε προσεκτικά στο δρόμο ενός σχεδίου που θα τη βοηθούσε μέσα σε δύο δεκαετίες να γίνει μία διεθνής νομισματική υπερδύναμη και τότε να προσπαθήσει να επιβάλλει το δικό της οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο σε ολόκληρη την Ευρώπη, με απώτερο στόχο την πολιτική ενοποίηση της κάτω από την ηγεμονία της.
"Στόχος της Γερμανίας είναι ένα "διαρκώς υποτιμημένο μάρκο, που θα επιτευχθεί μέσω της σύνδεσης της σε ένα ενιαίο νόμισμα και θα της επιτρέπει να ξεφορτώνει προϊόντα σε όλους μας", αναφέρει η Thatcher στα απόρρητα έγγραφα.
"Η Γερμανία θα προσπαθήσει να επιβάλλει στους υπόλοιπους το δικό της κοινωνικό μοντέλο μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης".
Ένα άλμα στο μέλλον μας φέρνει στο 2012 και σε μία δραματική κρίση της Ευρωζώνης που ταλανίζει πρωταρχικά όλες τις 'φτωχές' χώρες του Νότου, απειλώντας με διάσπαση το γαλλογερμανικό νομισματικό οικοδόμημα. Μετά από μία αρχή στη νέα χιλιετία όπου το ευρώ έφτασε να γίνει το δεύτερο σημαντικότερο αποθεματικό διεθνές νόμισμα προσελκύοντας τρισεκατομμύρια σε κρατικό και ιδιωτικό επενδυτικό ενδιαφέρον στη νεοϊδρυθείσα ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων και επιτρέποντας, μεταξύ άλλων, στη Γερμανία να χρηματοδοτεί με το χαμηλότερο δυνατό κόστος το υπό εξέλιξη πρότζεκτ της επανένωσης της (υπό ολοκλήρωση το 2020), ο στόχος της αντιμετώπισης της επεκτατικής νομισματικής πολιτικής των ΗΠΑ μέσω της αποκαθήλωσης του δολαρίου από το ρόλο του στο επίκεντρο του διεθνούς νομισματικού συστήματος έφτασε πιο κοντά από ποτέ το 2008.
Τότε, Γερμανία και Γαλλία, με τη στήριξη της ανασυγκροτημένης Ρωσίας και της αναδυόμενης υπερδύναμης, Κίνας, πέτυχαν την κατάθεση πρότασης από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για την αλλαγή του διεθνούς νομισματικού στάτους κβο, με την αντικατάσταση του δολαρίου ως κύριου νομίσματος του διεθνούς εμπορίου και των χρηματοοικονομικών συναλλαγών από ένα καλάθι νομισμάτων όπου το ευρώ θα διαδραμάτιζε αποφασιστικό ρόλο.
Μετά το Ιράκ, χώρες όπως το Ιράν, η Ρωσία, η Κίνα, η Βραζιλία, η Τουρκία κ.α. ανακοίνωναν τα σχέδια τους να προχωρήσουν στη διεξαγωγή του εμπορίου πετρελαίου και άλλων ειδών όχι πλέον σε δολάριο αλλά σε ευρώ και προχωρούσαν στην υλοποίηση των προθέσεων τους με συγκεκριμένες συμφωνίες.
Οι ΗΠΑ, γονατισμένες από τη μεγαλύτερη οικονομική τους κρίση από το 1930, με την αξιοπιστία τους καταρρακωμένη, την οικονομία τους διπλά ταλαιπωρημένη από την παρατεταμένη στρατιωτική εμπλοκή τους στο Ιράκ και το Αφγανιστάν και με τη διεθνή κοινότητα να τις κατηγορεί για τη μετάδοση του μολυσματικού ιού της κρίσης σε ολόκληρο τον κόσμο και την αποτυχία της οικονομικής τους πολιτικής, βρέθηκαν αντιμέτωπες για δεύτερη φορά από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο με τον κίνδυνο απώλειας της νομισματικής τους ηγεμονίας.
Η προσπάθεια αποκατάστασης της οικονομικής και νομισματικής τάξης μέσω οικονομικών πακέτων τρισεκατομμυρίων δολαρίων επιδείνωσε αντί να βελτιώσει την κατάσταση, συσπειρώνοντας τον υπόλοιπο κόσμο εναντίον τους σε μία διεθνή αμφισβήτηση της αξίας ενός νομίσματος το οποίο η ιδιοκτήτρια χώρα του τύπωνε κατά δισεκατομμύρια ανά ημέρα.
Φτάνοντας στα τέλη του 2009 οι διεθνείς οικονομικές ισορροπίες έμοιαζαν να έχουν αλλάξει οριστικά και το νέο σκηνικό έφερνε την Ευρώπη σε πλεονεκτική θέση έναντι των ΗΠΑ. Στο τιμόνι της πρώτης η Γερμανία, διεκδικούσε το ρόλο της οικονομικής δύναμης πρότυπο, που με τις πράξεις της προστάτευε αντί να απειλεί τη διεθνή νομισματική και οικονομική σταθερότητα.
Η απειλή μετατόπισης του οικονομικού κέντρου του Δυτικού Πολιτισμού από τον πάλαι ποτέ εκφραστή του 'Νέο Κόσμο', τις ΗΠΑ, εκεί όπου δημιουργήθηκε, στην Ευρώπη, έγινε πιο σοβαρή από κάθε άλλη στιγμή στη νεότερη ιστορία.
Μέσα σε λίγες εβδομάδες, όμως, το παιχνίδι στην παγκόσμια σκακιέρα άλλαξε θεαματικά. Οι δραματικές ανακοινώσεις της ελληνικής κυβέρνησης περί κινδύνου επικείμενης πτώχευσης της άνοιξαν τους ασκούς του Αιόλου αποκαλύπτοντας την αδύναμη και μέχρι τότε αθέατη πλευρά του ευρώ. Άξαφνα, η σκιά της νομισματικής κρίσης έπεσε πάνω απ' τη χώρα που 2,500 χρόνια νωρίτερα είχε δημιουργήσει το Δυτικό Πολιτισμό.
Ο διευθυντής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Ντομινίκ Στρος Καν, υπουργός Εμπορίου της Γαλλίας στα κρίσιμα χρόνια των αρχών της δεκαετίας του '90 όταν έμπαιναν τα θεμέλια για τη δημιουργία του ευρώ και ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Σόιμπλε, υπουργός εσωτερικών της Γερμανίας κατά τη διάρκεια των μυστικών συμφωνιών της ίδιας περιόδου αντιλήφθηκαν πως οι ΗΠΑ δε θα άφηναν το παράθυρο ευκαιρίας που είχε ανοίξει να πάει χαμένο και πως η Ελλάδα θα γινόταν η γέφυρα για μία επίθεση στην Ευρωζώνη.
Πράγματι, με την πολύτιμη βοήθεια της Βρετανίας, η οποία έβλεπε τη Γερμανική Απειλή να ορθώνεται μπροστά της ισχυρότερη από ποτέ, με τη σύμπραξη των “Θεών των Αγορών” όπως οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης και νομισματικών δολοφόνων όπως του Τζορτζ Σόρος, που αργότερα κατηγορήθηκε από την αμερικανική Δικαιοσύνη, χωρίς να υπάρξει αποτέλεσμα, για ενορχηστρωμένη επίθεση εναντίον του ευρώ, η Ευρωπαϊκή Ένωση δέχτηκε έναν άνευ προηγουμένου χρηματοοικονομικό πόλεμο.
Μετά από ένα διάστημα φαινομενικής αλλά και καθοριστικής αδράνειας, η Γερμανίδα Καγκελάριος Μέρκελ ένωσε τις δυνάμεις της με το διευθυντή του ΔΝΤ, Στρος Καν για να αντιμετωπίσουν από κοινού την αγγλοσαξονική απειλή. Όμως ο Γάλλος πολιτικός, βασικός υποψήφιος αντίπαλος του Νικολά Σαρκοζί για τη θέση του Προέδρου της χώρας στις επερχόμενες, τότε, προεδρικές εκλογές, είχε βρεθεί επικεφαλής του, αμερικανικών συμφερόντων, Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, στην πιο κρίσιμη για τις ίδιες τις ΗΠΑ, στιγμή. Άριστος γνώστης του παρασκηνίου του διεθνούς νομισματικού πολέμου, με προσωπικό συμφέρον για το γρήγορο τέλος της ευρωπαϊκής κρίσης και με τον έλεγχο του ΔΝΤ ως όπλο στα χέρια του προκειμένου να πετύχει το στόχο του, αναδείχθηκε σε πρόσωπο κλειδί των διεθνών οικονομικών εξελίξεων και τελικά σε πρόβλημα για τις ΗΠΑ εξαιτίας της ξεκάθαρης φιλοευρωπαϊκής του θέσης, η οποία εξάλλου είχε αναδειχθεί ήδη από το 2008 όταν προσυπέγραψε την πρόταση του ΔΝΤ για αλλαγή του διεθνούς νομισματικού στάτους κβο.
Ο ξαφνικός αφανισμός του Στρος Καν από το διεθνές πολιτικό γίγνεσθαι άλλαξε τις ισορροπίες λειτουργώντας αναχαιτιστικά της προσπάθειας ρεαλιστικής και γρήγορης αντιμετώπισης της κρίσης και ευνοώντας την αναζωπύρωση της.
Η απώλεια ενός απ' τους βασικούς της συμμάχους έκανε τη Μέρκελ περισσότερο δεκτική στη σκέψη πως η παράταση της κρίσης, αν και συνοδευόταν από μεγάλους κινδύνους και σημαντικά κόστη, αποτελούσε και μία ιστορική ευκαιρία για την προώθηση του Γερμανικού Οράματος της πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης κάτω από τη γερμανική επιρροή.
Το αποτέλεσμα ήταν οι χώρες στο επίκεντρο της κρίσης και ιδιαίτερα η Ελλάδα που δέχτηκε πρώτη την επίθεση, να βρεθούν σε σύγχυση ως προς το αν είχαν απομείνει και ποιοι ήταν οι σύμμαχοι τους εντός και εκτός Ευρώπης.
Με την κρίση να αυτοτροφοδοτείται και να βαθαίνει παίρνοντας διαστάσεις οικονομικοπολιτικής και κοινωνικής λαίλαπας, η κατάσταση επιδεινώθηκε τόσο ώστε η απόκλιση ΗΠΑ – Ευρώπης που είχε δημιουργηθεί πριν το 2009 να αποκατασταθεί, με το δολάριο να επανακτά, έστω και προσωρινά, τον κυρίαρχο ρόλο του και να επαναφέρει τις ΗΠΑ στη θέση του οδηγού στο διεθνές νομισματικό άρμα.
Στη νέα αυτή φάση τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Γερμανία αντιμετωπίζουν τα εμπόδια στο δρόμο που οι ίδιες χάραξαν πολεμώντας για την παγκόσμια νομισματική ηγεμονία. Η Γερμανία επιδιώκει τη δημιουργία του πρώτου σταδίου των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης επιδιώκοντας μία αυτοκρατορία του ευρώ και αντιμετωπίζοντας αυτό το εγχείρημα με μακροπρόθεσμη προοπτική. Οι ΗΠΑ βλέπουν πως ο 'Πόλεμος των 100 ημερών' έχει μετατραπεί σε μία πολυετή διεθνή οικονομική σύρραξη με αμφίβολη κατάληξη.
Αν κατόρθωναν να πείσουν τη Γερμανία να αποδεχτεί τη γρήγορη έκδοση ευρωομολόγων χωρίς να έχει εξασφαλίσει πρώτα την πολιτική ενοποίηση της ΕΕ τότε η ανάληψη από την πλευρά της του χρηματοπιστωτικού βάρους του ευρωπαϊκού Νότου χωρίς τον έλεγχο του σε δημοσιονομικό και πολιτικό επίπεδο θα ήταν αρκετή για να αλλοιώσει οριστικά την εικόνα του ευρώ ως το εναλλακτικό του αναξιόπιστου δολαρίου νόμισμα και θα το μετέτρεπε σε ένα κακό του αντίγραφο, νικώντας και σε αυτόν το νομισματικό πόλεμο.
Γνωρίζοντας αυτήν την κατάληξη η Γερμανία θα εξακολουθεί να αρνείται κατηγορηματικά τη λύση των ευρωομολόγων και αντίθετα θα χρησιμοποιεί την ελπίδα για την έκδοση τους ως κίνητρο για την επίτευξη των δικών της στόχων της πολιτικής ενοποίησης.
Στην πολιτική αυτή οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να απαντούν με ενορχηστρωμένη πίεση στην ευρωζώνη και προσπάθεια απομόνωσης της Γερμανίας ενισχύοντας την απειλή διάσπασης και κατεδάφισης του ευρώ προκειμένου να την αναγκάζουν να αποδέχεται όλο και περισσότερο από το ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό βάρος χωρίς να έχει το χρόνο να αντισταθμίζει τα ρίσκα και τις απώλειες της με κινήσεις για περαιτέρω δημοσιονομική και πολιτική ολοκλήρωση.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό πολέμου, η Ελλάδα θα πρέπει να αναθεωρήσει το ρόλο και τους στόχους της, να αναγνωρίσει τα πλεονεκτήματα, τα μειονεκτήματα, τους φόβους, τις ανάγκες, τις επιδιώξεις και τα συμφέροντα των πρωταγωνιστών του, να αποφασίσει αν και ποιο 'στρατόπεδο' επιθυμεί να επιλέξει και να χαράξει άμεσα ενιαία πολιτική προκειμένου να αποφύγει να γίνει η ίδια το πρώτο θύμα του πολέμου.
Επειγόντως και χωρίς καθυστέρηση ούτε καν λίγων ημερών, θα πρέπει να σταματήσει την λανθάνουσα 'εμφύλια΄ εξόντωση της και να αντιληφθεί πως υπάρχουν αρκετοί κίνδυνοι και εχθροί στο εξωτερικό της ώστε να έχει την πολυτέλεια να κατασπαράζεται από ενδοοικογενειακές διαμάχες. Οργανωμένα και ταχύτατα να κινηθεί ώστε να αποκαταστήσει τη διεθνή της αξιοπιστία και να αποφύγει το γρήγορο 'θάνατο' της με το να παραδεχτεί ξεκάθαρα, οριστικά και με τρόπο που να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της το δικό της μερίδιο ευθύνης σε αυτήν την κρίση, παρέχοντας οριστικές και έμπρακτες δεσμεύσεις και κάνοντας άμεσα ό,τι είναι εφικτό για την διόρθωση της πορείας της. Παράλληλα, έξυπνα και συνετά να χρησιμοποιήσει τη γνώση της πραγματικής οικονομικής και νομισματικής ιστορίας και των ευθυνών των πρωταγωνιστών της για την πορεία που αυτή έχει πάρει, ώστε να αποκαταστήσει την αλήθεια πως δεν είναι αυτή, η εμπνεύστρια και δημιουργός του Δυτικού Πολιτισμού, η κύρια υπεύθυνη για την απειλή του αλλά στη χειρότερη περίπτωση ένας εν αγνοία της συνεργός σε ένα διεθνή πόλεμο, ο οποίος ξύπνησε απ' το λήθαργο του και αποφάσισε να μην κάνει ποτέ πια τίποτε που θα μπορούσε να τον φέρει ξανά στην κατάσταση που έχει βρεθεί σήμερα.
Η Ελλάδα πρέπει να αποφασίσει γρήγορα πού τη συμφέρει να ανήκει και να προετοιμαστεί για να αντιμετωπίσει με το σωστότερο τρόπο 'εχθρούς' και 'φίλους'. Ακόμη νωρίτερα πρέπει να βρει την τόλμη να αντιμετωπίσει τον εαυτό της. Είναι ακόμη εφικτό, πέντε χρόνια από σήμερα η Ελλάδα να αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση και όχι προς αποφυγή, έχοντας προ πολλού βρει το δρόμο της για έξοδο απ' την κρίση. Στα επόμενα δέκα χρόνια μπορεί, ρεαλιστικά, να είναι ισχυρότερη, ωριμότερη, σοφότερη και καλύτερη από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στη σύγχρονη ιστορία της. Δε μπορεί και δεν πρέπει να υπάρξει άλλη επιλογή.
Σημείωση: Για τη συγγραφή του παραπάνω άρθρου, που αποτελεί τμήμα υπό έκδοση βιβλίου από τις εκδόσεις Λιβάνη, χρησιμοποιήθηκαν αποχαρακτηρισμένα απόρρητα έγγραφα από 5 πρεσβείες, καθώς και πληροφορίες από βιογραφίες, ομιλίες και συνεντεύξεις πρωταγωνιστών των γεγονότων που περιγράφονται.
Έρευνα & Συγγραφή
Πάνος Παναγιώτου
Χρηματιστηριακός Τεχνικός Αναλυτής
Διευθυντής GSTA Ltd, WTAEC Ltd
Πηγή: www.sofokleous10.gr

14.6.12

Διαπραγμάτευση ουσίας του Γιάννη Βαρουφάκη



Όλοι συμφωνούν. Οι στόχοι του Μνημονίου έχουν αποτύχει ολοκληρωτικά. Την επομένη των εκλογών η νέα κυβέρνηση, όποια και να είναι, θα πρέπει να καλέσει τους ευρωπαίους εταίρους μας σε επαναδιαπραγμάτευση των όρων της δανειακής σύμβασης. Αυτό τουλάχιστον υπόσχονται ότι θα πράξουν οι τρεις πολιτικοί αρχηγοί, κ.κ. Σαμαράς, Τσίπρας και Βενιζέλος, συνεπικουρούμενοι τουλάχιστον από τον κ. Κουβέλη (αλλά και απότους γερμανικούς Financial Times που προαναγγέλουν ότι και η Ευρώπη είναι έτοιμη για μια τέτοια διαπραγμάτευση). Τα βασικά ερωτήματα που τίθενται αυτομάτως, όπως σε κάθε περίπτωση διαπραγμάτευσης, είναι τα εξής:
(1) Τι θα ζητήσει η νέα κυβέρνηση;
(2) Τι θα προσφέρει ως αντάλλαγμα;
(3) Ποια βήματα θα ανακοινώσει πως θα κάνει στην περίπτωση που δεν προκύψουν κάποια ελάχιστα οφέλη για την χώρα;
(4) Ποια θα είναι αυτά τα ελάχιστα οφέλη που, εφόσον δεν «προκύψουν», η δική μας πλευρά θα προβεί στα βήματα του ερωτήματος (3);
(5) Πως θα προετοιμαστεί η κυβέρνηση για την περίπτωση που αναγκαστεί να κάνει αυτά τα βήματα;
(6) Ποιο γενικότερο πλαίσιο συμφωνίας θα προτείνει που να μεγιστοποιεί τα ερείσματα της χώρας σε όλα τα μήκη και πλάτη της ευρωζώνης, κι έτσι να ενισχύει την διαπραγματευτική της θέση μεσοπρόθεσμα (δεδομένου ότι η διαπραγμάτευση στην ευρωζώνη θα είναι, όπως εξελίσσονται τα πράγματα, διαρκής);
Είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα διαφωνήσουμε στις απαντήσεις που δίνει ο καθένας μας στα έξι αυτά ερωτήματα. Μπορούμε όμως να συμφωνήσουμε στα εξής:
Α. Χωρίς την προαναγγελία του (3), οι διαπραγματεύσεις ως προς το (1) [αλλά και το (2)] είναι άνευ σημασίας. Αν δεν μπορούμε να διανοηθούμε ότι (στην περίπτωση που η τρόικα αποδειχθεί ανέτοιμη να κάνει τις ελάχιστες υποχωρήσεις που να καθιστούν την συμφωνία μας μαζί τους βιώσιμη) θα αποχωρήσουμε (κάνοντας βήματα που η τρόικα δεν θέλει να ακούσει – βλ. 3), τότε καλύτερα να μην εξευτελιστούμε με άλλη μια μη-διαπραγμάτευση τύπου Άνοιξης του 2010. Καλύτερα να μην ζητήσουμε καν διαπραγματεύσεις.

Β. Για να είναι πιστευτό το (3) [ότι θα προβούμε στις κινήσεις αυτές στην περίπτωση που δεν ικανοποιηθούν οι ελάχιστες απαιτήσεις μας], δεν πρέπει να μπλοφάρουμε! (Δηλαδή, να απειλούμε κάτι το οποίο δεν είμαστε, σε τελική ανάλυση, διατεθειμένοι να πράξουμε.) Αντίθετα, πρέπει να είμαστε κατάλληλα προετοιμασμένοι ώστε, όσο ζοφερή κι αν είναι η κατάσταση, να προτιμούμε (μετά ένα πιθανό ναυάγιο διαπραγματεύσεων) να προβούμε (παρά να μην προβούμε) σε αυτά τα βήματα. Μόνο έτσι η προαναγγελία αυτών των βημάτων είναι πιστευτή. (Δηλαδή, το ακριβώς αντίθετο με εκείνο που είχε πράξει ο κ. Βενιζέλος το περασμένο καλοκαίρι – κάνοντας, δήθεν, τον «σκληρό» στην τρόικα αλλά υποχωρώντας αμέσως όταν εκείνοι πήραν το αεροπλάνο και έφυγαν).
Πιστεύω να συμφωνείτε με τα σημεία Α και Β. Οι διαφωνίες μας, και μεταξύ των κομμάτων, αρχίζουν όταν εξειδικεύουμε τις απαντήσεις μας στα ερωτήματα (1) με (6). Αν ήμουν δημοσιογράφος, και είχα μπροστά μου τους πολιτικούς αρχηγούς, πολύ θα ήθελα να ακούσω τις απαντήσεις τους σε αυτά. Μιας και δεν τους έχω, θα προσπαθήσω να τα απαντήσω ο ίδιος, όσο πιο σύντομα μπορώ, στην βάση προσωπικής εκτίμησης της κατάστασης σε Ελλάδα και ευρωζώνη.
(1) Τι θα πρέπει να ζητήσει η νέα κυβέρνηση;
Πρώτον, τα κεφάλαια που πηγαίνουν στις τράπεζες για ανακεφαλαιοποίησή τους, να μην καταγράφονται στο ελληνικό δημόσιο χρέος και να μην χρειάζεται η αποπληρωμή τους από το ελληνικό δημόσιο. Αντίθετα, να πηγαίνουν κατ’ ευθείαν από το EFSF-ESM στις τράπεζες με το πρώτο να λαμβάνει ως αντάλλαγμα κοινές μετοχές τους, και, σε συνεργασία με την ΕΚΤ και την EBA (European Banking Authority), να επιβλέπει την εξυγείανση των τραπεζών. Όταν οι τράπεζες ορθοποδήσουν, το EFSF-ESM πωλεί τις μετοχές αυτές και τα δάνεια αποπληρώνονται χωρίς την ανάμειξη του ελληνικού δημοσίου. (*)
Δεύτερον, moratorium των αποπληρωμών προς την τρόικα για ένα έτος και για όσο καιρό ο ρυθμός μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας είναι κάτω του 2%. Όταν ο ρυθμός αυτός ξεπεράσει το 2%, τότε οι αποπληρωμές ξεκινούν και πάλι σταδιακά για όσο χρονικό διάστημα απαιτείται. (**)
Τρίτον, άμεσες ξένες επενδύσεις σε επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα από consortium της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων (ΕΤΕν) (με έμφαση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις) -  και με χρηματοδότηση που θα προκύψει από έκδοση ομολόγων των δύο αυτών οργανισμών, ασφαλιζόμενων αν χρειαστεί από έκδοση ασφαλιστιστηρίων από το EFSF-ESM (υπέρ των ομολογιούχων). (***)
(2) Τι θα πρέπει να προσφέρει η νέα κυβέρνηση ως αντάλλαγμα;
Πρώτον, την εγγύηση ότι, βρέξει-χιονίσει, το ελληνικό δημόσιο θα ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό του από την 1-1-2013 και για πάντα – ό,τι κι αν αυτό συνεπάγεται ως προς τις δαπάνες του δημοσίου, τα της φορολογίας κλπ.
Δεύτερον, ότι οργανισμοί όπως ο ΟΣΕ θα εκχωρηθούν για 50 χρόνια, προς €1, σε consortium (στο οποίο μπορεί να συμμετέχει και η ΕΤΕπ) το οποίο θα πλειοδοτεί ως προς τα κεφάλαια που προτίθεται να επενδύσει και το προσωπικό που διατίθεται να διατηρήσει (ή νέο που θα προσλάβει).
(3) Ποια βήματα θα ανακοινώσει πως θα κάνει στην περίπτωση που δεν προκύψουν, από την επαναδιαπραγμάτευση, κάποια ελάχιστα οφέλη για την χώρα;
Ένα και απλό: Να δηλώσει ότι δεν θα δεχθεί τις επόμενες δόσεις από το EFSF. Ούτε καταγγελίες ούτε τίποτα. Απλά, ο νέος πρωθυπουργός να πει στους εταίρους μας: «Κυρίες και κύριοι, δεν μπορώ, με το χέρι στην καρδιά, να πάρω κι άλλα δάνεια από τους φορολογούμενούς σας εφόσον δεν υπάρχει ένα πλάνο στο τραπέζι που να αφήνει έστω και μικρό περιθώριο ελπίδας ότι ο ελληνικός λαός θα μπορέσει να σας αποπληρώσει.» Και ο νοών νοείτο. [Καθώς, όπως είναι λογικό, αυτή η άρνηση εκταμίευσης σημαίνει και de facto επιβολή moratorium αποπληρωμών προς την ΕΚΤ – ανατρέποντας ολόκληρη τον Μνημονιακό «σχεδιασμό» της τρόικα όχι μόνο όσον αφορά την Ελλάδα αλλά και της Ιρλανδίας, Πορτογαλίας και Ισπανίας.] (Σε αυτό το σημείο να τονίσω ότι, έτσι κι αλλιώς, από τούδε και στο εξής, ούτε ένα ευρώ από αυτές τις δόσεις δεν θα πάρουμε για χρήση εκ μέρους του δημοσίου μας – όπως π.χ. η προηγούμενη δόση των €4,2 δις που πήγε ολόκληρη στην ΕΚΤ).
(4) Ποια θα είναι αυτά τα ελάχιστα οφέλη για την χώρα που, εφόσον δεν προσφερθούν από την «άλλη» πλευρά, η δική μας πλευρά θα προβεί στα βήματα του μέρους (3);
Αυτό είναι κάτι που κανείς διαπραγματευτής δεν αποκαλύπτει εξ αρχής. Σε γενικές γραμμές όμως, η «λεπτή κόκκινη γραμμή» πρέπει να χαραχθεί έτσι ώστε, αν τελικά συμφωνήσουμε με την τρόικα, να εξασφαλιστεί (κι όχι απλά να ανακοινωθεί στην βάση φαντασιώσεων – όπως έκαναν ο κ. Παπακωνσταντίνου κι ο κ. Βενιζέλος) ότι οι επενδύσεις θα είναι τέτοιες που να οδηγήσουν γρήγορα (εντός έξι μηνών το αργότερο) σε έναν ρυθμό μεγέθυνσης τους ονομαστικού ΑΕΠ γύρω το 3% (και πως θα ανέλθει κατόπιν στο 5% για να ξανα-αρχίσουν οι αποπληρωμές των δανείων στην τρόικα.)
(5) Πως θα προετοιμαστεί η κυβέρνηση για την περίπτωση που αναγκαστεί να κάνει αυτά τα βήματα;
Αν τελικά οι Ευρωπαίοι μας πουν «δεν μασάμε», τι κάνουμε; Αν εκείνη την στιγμή δεν προτιμούμε, εμείς οι ίδιοι, το να πούμε «όχι» στην επόμενη δόση από το να την λάβουμε, τότε η απειλή μας θα έχει αποδειχθεί κάλπικη και η στρατηγική μας θα βασίζεται σε μια μπλόφα – κάτι που καμία κυβέρνηση δεν δικαιούται να κάνει σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή για την χώρα.  Για να προτιμούμε να πούμε το «όχι», από το να σκύψουμε το κεφάλι, είναι απαραίτητη η κατάλληλη προετοιμασία ώστε το ελληνικό δημόσιο, έστω και υπό το καθεστώς έκτακτης ανάγκης, να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό του άμεσα. Έχω ξανα-αναφερθεί σε δύο βασικούς τρόπους που μπορεί να το πετύχει: Πρώτον, με την από-πάνω-προς-τα-κάτω συμπίεση των μισθών του δημοσίου και, δεύτερον, με την έκδοση ομολογιών που, με νόμο, δεσμεύουν τα δημόσια ταμεία να κάνουν αποδεκτές τις ομολογίες αυτές για καταβολή ΦΠΑ, φόρους εισοδήματος κλπ έξι μήνες αργότερα και, μάλιστα, με γενναία έκπτωση (ακόμα και 20%). Πολλοί συμπολίτες μας που γνωρίζουν από τώρα τι φόροι τους περιμένουν στην γωνία σε 6, 8, 12 μήνες θα προτιμήσουν, αντί να βγάζουν τα χρήματα που τους έμειναν στις τράπεζες στο εξωτερικό με στόχο να τα ξαναφέρουν όταν θα πρέπει να πληρώσουν την εφορία, να αγοράσουν αυτές τις ειδικές φορο-ομολογίες εξασφαλίζοντας μια μεγάλη φορο-έκπτωση. Με αυτά τα δύο μέτρα, και άλλες γενναίες περικοπές δαπανών χωρίς άμεσο αντίκυπο στα κατώτερα εισοδήματα, το ελληνικό δημόσιο μπορεί να επιβιώσει έως ότου η Ευρώπη αναγκαστεί από την ζωή (και την πίεση μιας ΕΚΤ που θα βρεθεί σε μεγάλη υπαρξιακή αγωνία) να ανοίξει ξανά τις διαπραγματεύσεις με μεγαλύτερη σύνεση και καλύτερη διάθεση. Διαφορετικά, σε 6 ή 8 μήνες απλά δεν θα υπάρχει ευρωζώνη, ό,τι και να πράξει η ελληνική κυβέρνηση.
(6) Ποιο γενικότερο πλαίσιο συμφωνίας θα πρέπει να προτείνει η νέα κυβέρνηση;
Τα τελευταία δύο χρόνια, η εικόνα της χώρας μας στην Ευρώπη είναι αποκαρδιωτική. Οι έλληνες εμφανιζόμαστε ως ζητιάνοι που προσπαθούν να εξασφαλίσουν καλύτερους όρους για πάρτη τους, χωρίς να νοιάζονται για τα προβλήματα των άλλων ευρωπαίων, νότιων και βόρειων. Ότι παλεύουμε να εξασφαλίσουμε την δόση μας κι... έχει ο Θεός. Αυτό πρέπει να σταματήσει. Πως; Με δύο τρόπους. Πρώτον, έχοντας δεσμευτεί ότι το ελληνικό δημόσιο ποτέ ξανά δεν θα έχει ούτε ένα ευρώ έλλειμμα (εφόσον η Ευρώπη αναλάβει το τραπεζικό σύστημα, τις ξένες άμεσες επενδύσεις, και ένα moratorium αποπληρωμών μέρι να έρθει η ανάκαμψη). Και δεύτερον επιμένοντας, απαιτώντας θα έλεγα, ότι ό,τι ισχύει για την Ελλάδα θα πρέπει να ισχύει και για τις υπόλοιπες χώρες που βρίσκονται εντός του EFSF ή που ετοιμάζονται να μπούνε σε αυτό (δηλαδή η Ιταλία). Με αυτές τις δύο κινήσεις, η Ελλάδα θα αλλάξει την εικόνα που έχει στα μάτια των ευρωπαίων πολιτών, με σημαντικά μακροπρόθεσμα οικονομικά και πολιτικά οφέλη.
Αυτές είναι οι απαντήσεις μου στα έξι καυτά ερωτήματα περί επανα-διαπραγμάτευσης. Ποιο κόμμα έχει καταθέσει ένα τέτοιο πρόγραμμα; Κανένα, βεβαίως. Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ δεν είναι διατεθειμένοι ούτε καν να διανοηθούν μια απάντηση στο ερώτημα (3). Άρα, θα πάνε σε μια διαπραγμάτευση-παρωδία όπου το αποτέλεσμα θα θυμίζει Γιώργο Παπακωνσταντίνου ή Ευάγγελο Βενιζέλο, με θλιβερές θριαμβολογίες για «χαλάρωση όρων», κάποιες ανούσιες επιμηκύνσεις κλπ., που όμως θα αποτύχουν παταγωδώς να καταστήσουν βιώσιμη την ελληνική κοινωνική οικονομία και, έτσι, θα μας οδηγήσουν νομοτελειακά εκτός ευρωζώνης, εξοστρακίζοντάς μας σε μια στιγνή εξορία στην οποία, σύντομα, θα μας ακολουθήσουν και οι υπόλοιποι της περιφέρειας, μαζί και με την Γαλλία!
Μένει ο Σύριζα ως το μόνο κόμμα που θέτει το ερώτημα (3) και το απαντά ουσιαστικά. Για αυτό τον λόγο θα έχει την ψήφο μου.(****) Κι ας με στενοχωρεί η ρητορική του επίδοση στα περί «καταγγελιών», κατάργησης της λιτότητας (λες και είναι κάτι που μπορούμε να κάνουμε), νέων προσλήψεων στο δημόσιο, εθνικοποίηση των τραπεζών κλπ. Την Δευτέρα, αν κληθεί να σχηματίσει κυβέρνηση, είναι το μόνο μεγάλο (πλέον) κόμμα που μπορεί να επιχειρήσει μια διαπραγμάτευση σαν αυτή που περιέγραψα. Όσο για τις «άλλες» πολιτικές του, που απορρίπτω, ελπίζω ότι η αναρρίχηση στην ηλεκτρική καρέκλα της εξουσίας θα τις σκορπίσει στους πέντε ανέμους.
ΥΓ. Φτάνουν στα αυτιά μου, εδώ στο μακρυνό Seattle, πως αναλαμβάνω κυβερνητικό πόστο σε κυβέρνηση Σύριζα (κάτι που πολλοί θα σκεφτείτε ότι επιβεβαιώνεται από το πιο πάνω συμπέρασμά μου και την ψήφο μου στον Σύριζα). Για να μην υπάρχει παρεξήγηση μεταξύ μας, επιτρέψτε μου να είμαι σαφής: Θα βοηθήσω όποια κυβέρνηση μου το ζητήσει σε μια δύσκολη στιγμή. Συμβουλευτικά όμως. Για να ασκήσει κάποιος εξουσία από κυβερνητικό πόστο, πρέπει να έχει βαθμούς ελευθερίας (ιδίως σε μια διαπραγμάτευση) που δεν δικαιούται άνευ της δημοκρατικής νομιμοποίησης που μόνο η κρίση των πολιτών στην κάλπη μπορεί να προσφέρει.

(*) Αυτή ήταν εξ αρχής η πρότασή μας με τον Stuart Holland πριν από δύο χρόνια για την επίλυση της τραπεζικής κρίσης (βλ. εδώ – βλ. 2η πολιτική). Τώρα πια έχει γίνει κοινή πεποίθηση σε όλη την Ευρώπη, ακόμα και εντός της ΕΚΤ, ότι κάτι τέτοιο είναι αναπόφευκτο και επιθυμητό. [Βλ. σχετικό άρθρο του πρώην στελέχους της ΕΚΤ Lorenzo Bini Smaghi στους Financial Times]

(**) Όπως συνέβη, π.χ., με τα δάνεια της Βρετανίας από τις ΗΠΑ μετά τον Β’ ΠΠ.

(***) Άλλη μια πρόταση που ακούγεται πολύ τις μέρες αυτές (αν έχετε ακούσει περί ομολόγων-έργων ή project-bonds) την οποία όμως πρωτοδιαβάσατε εδώ – βλ. «Μια νέα αρχιτεκτονική για το ευρώ, προς το τέλος του κειμένου).